«HeRa»: HRM Υπηρεσία 2019

Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ

 

inegseelogo

Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ ιδρύθηκε το 1990 και στα χρόνια λειτουργίας του επιδεικνύει πλούσιο έργο στους τομείς της επιστημονικής έρευνας, της κατάρτισης, της επιμόρφωσης, της διά βίου μάθησης και της τεκμηρίωσης των θέσεων και των διεκδικήσεων της ΓΣΕΕ, καθώς και ευρύτερα του συνδικαλιστικού κινήματος της χώρας.

Το Ινστιτούτο Εργασίας, καθ’ όλη αυτή την περίοδο, με την περιφερειακή και κλαδική του ανάπτυξη (περιφερειακά και κλαδικά ΙΝΕ) ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα και το έργο του αναγνωρίζεται επιστημονικά ως έγκυρο και κοινωνικά ως ωφέλιμο, δικαιώνοντας εκ του αποτελέσματος τη στρατηγική επιλογή ίδρυσής του από μέρους του συνδικαλιστικού κινήματος στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αποτελώντας κατ’ αυτό τον τρόπο πολύτιμο εργαλείο της δράσης του.

Ιδιαίτερα μάλιστα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης (2009-2013) –με την εφαρμογή των τριών μνημονίων, της πολιτικής της «εσωτερικής υποτίμησης» και των περικοπών των μισθών, των συντάξεων, των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών–, το Ινστιτούτο Εργασίας, αξιολογώντας εκ των προτέρων τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, προέβλεψε έγκυρα και με επιτυχία τόσο θεωρητικά όσο και ποσοτικά τις δυσμενείς εξελίξεις για τα οικονομικά και κοινωνικά μεγέθη στην Ελλάδα. Παράλληλα, επεξεργάστηκε τεχνικά και επιστημονικά τις προτάσεις και τις διεκδικήσεις της ΓΣΕΕ για την ανάσχεση της ύφεσης και την εναλλακτική πρόταση της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της αναδιανομής του εισοδήματος, της απασχόλησης, της καταπολέμησης της ανεργίας και της ανασύστασης του κράτους πρόνοιας στην χώρα μας.

Πιο συγκεκριμένα, το Ινστιτούτο Εργασίας κατά την περίοδο της λειτουργίας του δραστηριοποιείται ενεργά και αποτελεσματικά:

  1. Στην επιστημονική τεκμηρίωση των θέσεων της ΓΣΕΕ τόσο σε θέματα θεσμικού, διαρθρωτικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα όσο και σε θέματα συγκυρίας ή τρέχουσας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής με την οργάνωση και δραστηριότητα του Παρατηρητηρίου Οικονομικών και Κοινωνικών Εξελίξεων.
  2. Στην επαφή και στην ανταλλαγή εμπειριών των συνδικάτων της χώρας μας με τα συνδικάτα άλλων χωρών, τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και των άλλων χωρών της ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, στους τομείς της συνδικαλιστικής επιμόρφωσης και έρευνας, της οικονομίας, της κοινωνικής προστασίας και της αγοράς εργασίας.
  3. Στη σύνδεση της γνώσης που παράγεται στο ΙΝΕ με τη συνδικαλιστική επιμόρφωση (ΚΑΝΕΠ), τη συνδικαλιστική δράση και την τεκμηρίωση του συνδικαλιστικού λόγου.
  4. Στη δραστηριοποίηση των συνδικάτων στο πεδίο της επαγγελματικής κατάρτισης και στην έμπρακτη εμπλοκή τους στο πεδίο της συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης με τη διεύρυνση και την ανάπτυξη της δραστηριότητας του ΚΕΚ και του Κέντρου Συνδικαλιστικής Επιμόρφωσης των συνδικαλιστικών στελεχών σε κεντρικό και περιφερειακό/τοπικό επίπεδο.
  5. Στη συμβολή για την αντιμετώπιση φαινομένων αποκλεισμού, διακρίσεων, ανισότητας, ανεργίας, κοινωνικής ευπάθειας και μετανάστευσης, εντείνοντας τις δραστηριότητές του για την πρόσβαση όλων στην απασχόληση και την ένταξή τους, με σεβασμό των εργασιακών, κοινωνικοασφαλιστικών, συνδικαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων στην αγορά εργασίας.

Οι πρωτοβουλίες και η δράση του ΙΝΕ εντάσσονται ψηλά στην ιεράρχηση των επιδιώξεων της ΓΣΕΕ, με βάση τη στρατηγική και τις επιλογές της, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη επιθετικών πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση των οικονομικών, αναπτυξιακών και κοινωνικών προβλημάτων της χώρας, των εργαζομένων, των ανέργων και των συνταξιούχων.
Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του ΙΝΕ, οι άξονες της μελετητικής/ερευνητικής δραστηριότητάς του, ως συμβολή στη διαμόρφωση των θέσεων της ΓΣΕΕ, αναπτύσσονται κυρίως στα εξής πεδία:

Ευρωπαϊκή και ελληνική οικονομία, περιφερειακή ανάπτυξη, ειδικές οικονομικές ζώνες, διεθνής/ευρωπαϊκή ύφεση και κρίση της ελληνικής οικονομίας, δημοσιονομική προσαρμογή, δημόσιες και κοινωνικές δαπάνες, πράσινη οικονομία, κοινωνική συνοχή και απασχόληση, αγορά εργασίας, απασχόληση, ανεργία, εργασιακές σχέσεις, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός, συνδικαλιστική οργάνωση και εκπροσώπηση του κόσμου της εργασίας, ανταγωνιστικότητα και διαρθρωτικές αλλαγές, νέες Τεχνολογίες και καινοτομία, κλαδικές πολιτικές, ανάπτυξη με αύξηση των μισθών, των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, μετανάστευση, επαγγελματική κατάρτιση, εκπαίδευση, διά βίου μάθηση, δημόσιος τομέας και δημόσιες επιχειρήσεις.

Ειδικότερα κατά τη διάρκεια της περιόδου 2010-2012, η συντελούμενη βασική και εφαρμοσμένη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο ΙΝΕ για την τεκμηρίωση των θέσεων και των διεκδικήσεων της ΓΣΕΕ και του συνδικαλιστικού κινήματος γενικότερα συμβάλλει και στον εμπλουτισμό του επιστημονικού προβληματισμού που αναπτύσσεται σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο αναφορικά με τα ζητήματα της οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής, της οικονομικής κρίσης και ύφεσης, της δημοσιονομικής προσαρμογής, της πολιτικής της «εσωτερικής υποτίμησης», της κοινωνικής ασφάλισης, των εργασιακών σχέσεων, της μεταναστευτικής πολιτικής, της πράσινης οικονομίας και των κλιματικών αλλαγών, της φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, των πολιτικών απασχόλησης, της επαγγελματικής εκπαίδευσης, της διά βίου μάθησης, των πολιτικών ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού και της κοινωνικής οικονομίας.

Η συσσωρευμένη επιστημονική, ερευνητική, εκπαιδευτική και επιμορφωτική εμπειρία που έχει συντελεστεί κατά τις δύο και πλέον δεκαετίες λειτουργίας του Ινστιτούτου Εργασίας αποτελεί θεμελιακή προϋπόθεση επιστημονικής γνώσης, εφαρμογής μεθόδων και τεχνικών, θεωρίας και μεθοδολογίας, προκειμένου να κατανοηθεί σε βάθος η διαφορετικότητα –μετά την οικονομική κρίση και ύφεση– της διεθνούς, της ευρωπαϊκής και της ελληνικής οικονομίας, στην κατεύθυνση ανταπόκρισης με την τεκμηρίωση και τη διατύπωση προτάσεων πολιτικής προσαρμοσμένων στις νέες ανάγκες ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας, απασχόλησης και ανασύστασης του κοινωνικού κράτους καθώς και των διεκδικήσεων του συνδικαλιστικού κινήματος. Στο νέο αυτό πλαίσιο, που θα εξελιχθεί κατά την περίοδο 2012-2020, στο Ινστιτούτο Εργασίας:

  • Είναι αναγκαίο η συντελούμενη έρευνα να είναι συνεχής, μεθοδική, θεωρητική, ποσοτική, αναλυτική και συστηματική.
  • Η συνεχής επικαιροποίηση και η ανάπτυξη της τράπεζας δεδομένων για την οικονομία, την αγορά εργασίας, τον δημόσιο τομέα και τις δημόσιες επιχειρήσεις, την ανάπτυξη, τα δημόσια οικονομικά, την αναδιανομή του εισοδήματος, τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, τους μισθούς, τις κλιματικές αλλαγές, την αγορά εργασίας, την εκπαίδευση, τις εργασιακές σχέσεις, την κοινωνική προστασία και την κοινωνική οικονομία επιβάλλεται να τύχει μιας νέας ανάλυσης και ερμηνείας, προσαρμοσμένης στην κατανόηση των νέων συνθηκών (περιορισμών και δυνατοτήτων) που θα αναδειχθούν στην μετά την κρίση εποχή.
  • Είναι απαραίτητη η συνεχής ανάπτυξη υποδομών, εννοιολογικών πλαισίων, μεθόδων και τεχνικών που θα εξασφαλίζουν την επιστημονική ανάλυση και απόδειξη αλλά και την αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης καθώς και της συνδικαλιστικής επιμόρφωσης.
  • Είναι επιβεβλημένο η ανάπτυξη του Παρατηρητηρίου Οικονομικών και Κοινωνικών Εξελίξεων (με τις μονάδες α) Μακροοικονομικής Ανάλυσης και Οικονομικού Μετασχηματισμού, β) Κοινωνικής Πολιτικής, Φτώχειας και Ανισοτήτων και γ) Απασχόλησης και Εργασιακών Σχέσεων) να διεισδύσει στην κατανόηση της νέας πραγματικότητας των εργασιακών σχέσεων, της μετανάστευσης, της οικονομίας, της κοινωνίας και των δημόσιων οικονομικών στην Ευρώπη και την Ελλάδα
  • Η ενίσχυση της διάχυσης των παραπάνω τομέων προς την περιφερειακή και κλαδική δομή του ΙΝΕ για τη μελέτη περιφερειακών και κλαδικών προβλημάτων, ανάπτυξης, επενδύσεων, διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και την υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης, κατάρτισης και συνδικαλιστικής επιμόρφωσης απαιτείται να συμβάλει στη διατύπωση νέων και εναλλακτικών πολιτικών στο πλαίσιο του νέου αναπτυξιακού υποδείγματος της καινοτομίας, της γνώσης, της πράσινης οικονομίας και των κλιματικών αλλαγών, της παραγωγικότητας, της πραγματικής σύγκλισης και της απασχόλησης.
  • Η επιστημονική συνεργασία με ερευνητές, κέντρα ερευνών, ΑΕΙ και ΤΕΙ, με φορείς περιφερειών, νομαρχιών, τοπικής αυτοδιοίκησης, δημόσιων οργανισμών, καθώς και με ινστιτούτα εργασίας άλλων χωρών της δυτικής και ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων για τη μελέτη των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων, επιβάλλεται να αναπτυχθεί στα νέα πεδία που απαιτούν οι νέες προκλήσεις και οι νέες ανάγκες της συνδικαλιστικής δράσης στη μετά την οικονομική κρίση περίοδο.

Στα χρόνια λειτουργίας του το ΙΝΕ, με το πλούσιο έργο που παρουσιάζει, αποδεικνύει ότι με την εσωτερική επιστημονική δυναμική την οποία έχει αναπτύξει θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο υψηλό επίπεδο της ποιότητας των ερευνητικών, εκπαιδευτικών και επιμορφωτικών απαιτήσεων που διαγράφονται κατά την περίοδο 2012-2020. Έτσι, το ΙΝΕ με συγκροτημένη προοπτική και στρατηγική, επιστημονική κουλτούρα συλλογικότητας, αντίληψη αντι-υπαλληλοποίησης και αντι-γραφειοκρατικοποίησης, ενθουσιασμό, έμπνευση του επιστημονικού του δυναμικού και προσήλωση στην αδιάκοπη αναζήτηση νέων μεθόδων, νέων θεωρητικών προβληματισμών και στην παραγωγή νέας γνώσης και νέας μεθοδολογίας θα ανταποκριθεί με αποτελεσματικότητα στις νέες προκλήσεις, στη νέα ποιότητα και στη θωράκιση του οράματος ότι η εργασία δεν είναι «μηχανισμός παραγωγής πλούτου» αλλά «δημιουργική δράση και κινητήρια δύναμη» της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης. Ως εκ τούτου, η κρίση της εργασίας δεν συνιστά λύση της οικονομικής κρίσης και ύφεσης. Αντίθετα, λύση της οικονομικής κρίσης και ύφεσης αποτελεί η αναβάθμιση της ποιότητας της εργασίας.